11 Απριλίου 2016

Προς το παγκόσμιο συνέδριο συνδικάτων στην Κούβα



Αγαπητοί σύντροφοι,

Έρχομαι καταρχήν να χαιρετίσω την πρωτεύουσα της επανάστασης, την όμορφη και ηλιόλουστη Αβάνα και να ευχηθώ κάθε επιτυχία στις εργασίες του συνεδρίου σας, καθώς και να συγχαρώ τους διοργανωτές του για την τόσο αναγκαία αυτή πρωτοβουλία τους.

Το συνέδριο της Αβάνας πραγματοποιείται σε μια συγκυρία απίστευτων δυσκολιών και χτυπημάτων για το εργατικό κίνημα και αυτό το καθιστά παραπάνω από απαραίτητο, μια μοναδική ίσως αχτίδα, ένα φως στο τούνελ για το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα, που μοιάζει να προσπαθεί ακόμα, μετά από τόσους αγώνες και θυσίες, να βρει το δρόμο του και τη διέξοδο προς ένα φωτεινότερο αύριο.


Στην Ελλάδα χρησιμοποιούμε μια έκφραση κάθε φορά που θέλουμε να δείξουμε ότι κάποιος πιέζεται αφόρητα ή δέχεται πάνω του το μέγιστο της εκμετάλλευσης. Λέμε «του βγαίνει το λάδι». Και όχι τυχαία. Η ελιά είναι ένα πολύ γερό δέντρο, που κρατάει γερά τους καρπούς της, ώστε για να τους μαζέψουμε είμαστε αναγκασμένοι να βαράμε αλύπητα τα δέντρα με μεγάλα ξύλινα ραβδιά παλιότερα ή με μικρότερα ηλεκτροκίνητα σήμερα. Μετά τη συγκομιδή του καρπού πάλι, εξάγουμε τον πολύτιμο χυμό συμπιέζοντας με μεγάλη δύναμη τις ελιές σε πρέσα.

Τα τελευταία χρόνια και ειδικά μετά το ξέσπασμα της κρίσης, μοιάζει να είναι κάπως έτσι και η κατάσταση της εργατικής τάξης σε παγκόσμιο επίπεδο. Το κεφάλαιο επιζητεί την όλο και μεγαλύτερη καταπίεσή του κόσμου της εργασίας, αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας. Συνθλίβοντας εργασιακά δικαιώματα, κεκτημένα και απαξιώνοντας την εργασία, την ίδια στιγμή που καταργεί ατομικές ελευθερίες και διαλύει κοινωνικές δομές.

Οι ευρωατλαντικοί θεσμοί, με άγημα τη στρατιωτική μηχανή της αυτοκρατορίας των ΗΠΑ και τους προπαγανδιστικούς μηχανισμούς τους, εξαπολύουν τον πόλεμο και την καταστροφή στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Στην ευρύτερη περιοχή σας, τη Λατινική Αμερική, εντείνουν την υπερεκμετάλλευση και τη φτωχοποίηση.

Όσο για την Ευρώπη, τον καιρό που διεξάγονται οι εργασίες του συνεδρίου σας, θα έπρεπε οι λαοί της να γιορτάζουν την αντιφασιστική νίκη (9 του Μάη). Αντί γι’ αυτό βλέπουμε τις κυβερνήσεις με την ευλογία των ευρωατλαντικών θεσμών (ΕΕ, ΝΑΤΟ) να υψώνουν τείχη ενάντια στους πρόσφυγες, βλέπουμε να καταργούν δημοκρατικά δικαιώματα στο όνομα της ασφάλειας, βλέπουμε την άνοδο φασιστικών και ακροδεξιών δυνάμεων, ακόμα και την εγκαθίδρυση τέτοιων καθεστώτων σε μια σειρά χώρες (Ουκρανία, Λετονία κλπ.).

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μέρος πλέον αναπόσπαστο (αν και όχι ισότιμο) των ευρωατλαντικών ιμπεριαλιστικών θεσμών, παρόλο που  ευαγγελίζονταν την ένωση της Ευρώπης, λειτουργεί σαν εργαλείο διάλυσής της, δημιουργώντας χαοτικές διαφορές, σφοδρές αντιπαραθέσεις ακόμα και ανάμεσα στα κράτη που την απαρτίζουν, ενώ όλο και πιο συχνές γίνονται πια και οι συγκρούσεις στο ευρωπαϊκό έδαφος. 

Η Ελλάδα, λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης, αλλά και των ιστορικών χαρακτηριστικών της, (εξαρτημένη οικονομία, απόλυτα εναρμονισμένη-εξαγορασμένη αστική τάξη και το αντίστοιχο πολιτικό της προσωπικό), έζησε όλα τα φαινόμενα της ιμπεριαλιστικής αυτής επίθεσης ακόμα πιο έντονα. 
 Αποτέλεσμα εικόνας για φτωχεια στην ελλαδα


Αλλεπάλληλα μνημόνια έφεραν μια άμεση και γρήγορη εξαθλίωση σε μεγάλα κοινωνικά στρώματα, οι κοινωνικοί θεσμοί ξεθεμελιώθηκαν, οι εργασιακές σχέσεις εξαρθρώθηκαν, η οικονομία διαλύθηκε, η ανεργία έφτασε σε ανεπίστρεπτα ύψη. Αυτό δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες να γίνει μια γη σώρευσης εξαθλιωμένων προσφύγων που φεύγουν από χώρες χτυπημένες από την επίθεση του ιμπεριαλισμού ή από τα φασιστικά παρακρατικά παρακλάδια του για να στοιβαχτούν σε μια χώρα φτωχοποιημένη και αποδιοργανωμένη και η ίδια από την επίθεση, την οικονομική και πολιτική αυτή τη φορά, των ίδιων ιμπεριαλιστικών ευρωατλαντικών δομών.

Όλα αυτά βρίσκουν την εργατική τάξη χτυπημένη για αντικειμενικούς και υποκειμενικούς παράγοντες. Αποδιοργανωμένη και την ίδια μέσα σε μια αποδιοργανωμένη, ακόμα κα πριν την κρίση, οικονομία και με μικρό βαθμό οργάνωσης στα συνδικάτα και τις άλλες οργανώσεις της, που έτσι κι αλλιώς έχουν απαξιωθεί στα μάτια της τάξης τους.

Η κρίση ωστόσο και το άμεσο και βίαιο χτύπημα που δέχεται από τις πρώτες στιγμές της (το 1ο μνημόνιο υπογράφηκε το Μάιο του ’10) τη φέρνει μπροστά στην αναγκαιότητα του αγώνα. Η ίδια η ανάγκη της τάξης για επιβίωση, σε συνδυασμό με την ιστορική της εμπειρία θα την κάνει να αντιδράσει από την πρώτη στιγμή μαζικά και μαχητικά. Η πρώτη μεγάλη πανεργατική απεργία που γίνεται κιόλας στις 5 του Μάη του ‘10, χτυπιέται με βίαιη ωμότητα και έχει απολογισμό 4 νεκρούς σε επεισόδια που προκαλούνται από παρακρατικούς.

Μα το χτύπημα δεν είναι ικανό να κάμψει την αντίδραση. Τα χρόνια που ακολουθούν και ιδίως τα 2 πρώτα μνημονιακά χρόνια ’10-’12 οι αγώνες είναι αλλεπάλληλοι. Τις αρχικές πλατείες των «αγανακτισμένων» διαδέχονται μαζικές πολλαπλές απεργίες με ογκωδέστατες συγκεντρώσεις, γεμάτες παλμό και αποφασιστικότητα. Ο αγώνας παίρνει άπειρες μορφές, καθώς εκτός από τις γενικές απεργίες, διαμοιράζεται σε κλάδους, χώρους δουλειάς, σχολές, επαγγελματικούς χώρους, ακόμα και γειτονιές. Οι μορφές αντίδρασης φτάνουν μέχρι και τις εθνικές εορτές, μετατρέποντας τις επετειακές παρελάσεις σε μαχητικές πορείες ενάντια στις μνημονιακές κυβερνήσεις.
Δεν είναι βέβαια δυνατό να αναλύσουμε σε αυτό το μικρό σημείωμα όλη αυτή την περίοδο, ούτε καν τα βασικά χαρακτηριστικά της ή και όλους όσοι έπαιξαν ή προσπάθησαν να παίξουν παιχνίδια πάνω σε αυτό το κλίμα, από τη φασιστική Χρυσή Αυγή (που βρήκε την ευκαιρία να σφετεριστεί την αντίδραση του κόσμου για να έχει μια σοβαρή άνοδο, κάτι που της έδωσε το θράσος που χρειάζονταν για να περάσει σε άλλο επίπεδο δράσης και να φτάσει μέχρι και τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα το Σεπτέμβριο του 2013, ένα θράσος που επιβραβεύτηκε πρόσφατα με την απελευθέρωση του δολοφόνου του Φύσσα από τη σημερινή κυβέρνηση) μέχρι και το υπόλοιπο πολιτικό φάσμα, τη στάση και τη συμπεριφορά του.


 Αποτέλεσμα εικόνας για απεργια μαιος 2010


Είναι όμως ιδιαίτερα σημαντικό νομίζουμε να δούμε πώς φτάσαμε από αυτό το μεγαλειώδες κίνημα, στον επίσης μεγαλειώδη αγώνα του ΟΧΙ του Ιουλίου του ’15 και από εκεί στην προδοσία της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ με την υπογραφή του 3ου μνημονίου τον Αύγουστο του ’15. 

Προδοσία όχι μόνο γιατί εκφράστηκε από μια πολιτική ηγεσία που ευαγγελίστηκε αριστερή και στηρίχθηκε για να πάρει την κυβερνητική εξουσία στην εργατική τάξη και τα κατώτερα λαϊκά στρώματα, όχι μόνο γιατί έπαιξε τις πρώτες βδομάδες με τις αριστερές παραδόσεις, τα σύμβολα και την ιστορία του ελληνικού λαού (προσκύνημα του πρωθυπουργού στο μνημείο της αντίστασης στην Καισαριανή κλπ.), ούτε γιατί, όπως έχουμε ξαναπεί, στην αριστερά μόνο σαν προδοσία μπορεί να εκφραστεί αυτό που για τη δεξιά είναι η εκφρασμένη πολιτική της βούληση. 

Προδοσία που εκφράστηκε κυρίως από τη μεθόδευση των πραγμάτων από τους ευρωατλαντικούς θεσμούς με τη συνεργασία της «αριστερής»-προδοτικής ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Πρώτα εξάντλησαν οικονομικά τον ελληνικό λαό και έφεραν τη χώρα ακόμα πιο κοντά στο χείλος της καταστροφής με μια ατέρμονη εξάμηνη διαπραγμάτευση, που κατέληξε όχι σε μια πολιτική στροφή αντίθετη με τις εξαγγελίες της (όπως πολλοί από εμάς ανέμεναν ή και φοβόταν ούτως ή άλλως), αλλά στην εξαγγελία ενός δημοψηφίσματος, μιας δηλαδή δημοκρατικής λαϊκής έκφρασης, χρόνια όπλο στη φαρέτρα του κινήματος για τα μεγάλα ζητήματα όταν μάλιστα γνώριζαν από τα πριν ποιο θα ήταν το αποτέλεσμά του. 

Γιατί όλες οι πολιτικές αναλύσεις της εποχής έδειχναν τη νίκη του ΟΧΙ, έστω και αν με ποσοστά πολύ μικρότερα, κοντά στο 51%-52%. Εξάγγειλαν δηλαδή ένα δημοψήφισμα, με την απόφαση, να πετάξουν το αποτέλεσμά του στον κάλαθο των αχρήστων από πριν ακόμα το εξαγγείλουν. Το ότι το ΟΧΙ τελικά επικράτησε με το θριαμβευτικό 63% μέσα σε συνθήκες απόλυτης πολεμικής (με κλείσιμο των τραπεζών λίγες μέρες πριν τη διεξαγωγή του), απλώς έκανε μεγαλύτερο το βαθμό του χλευασμού απέναντι στο λαό και τις επιλογές του. 

Ήταν μια μεθόδευση που είχε στόχο να δοθεί ένα χαριστικό χτύπημα στην αντίσταση του ελληνικού λαού, με νόημα και για όλους τους υπόλοιπους λαούς. Γι’ αυτό έπρεπε αυτή η χώρα να ζήσει, όχι απλώς τη στροφή μιας ακόμα πολιτικής ηγεσίας, αλλά μια μεθοδευμένη και από τα πριν επεξεργασμένη προδοσία.

Έχει αξία να δούμε τι είναι αυτό που διαφοροποιεί τα πράγματα στο δικό σας μέρος της υφηλίου και στο δικό μας και που στη Λατινική Αμερική γεννάει ηγεσίες και προσωπικότητες σαν της δικής σας ηγεσία του Τσε και του Φιντέλ, ή σαν του Αλιέντε στη Χιλή παλιότερα, ή σαν του Τσάβες στη Βενεζουέλα πιο σύγχρονα και όχι μόνο. 

Ηγεσίες που, ανεξάρτητα από το πόσο σωστά κατάφεραν να προσεγγίσουν την επαναστατική διαδικασία μετάλλαξης της κοινωνίας και πόσο αποτελεσματικά και ολοκληρωμένα κατάφεραν να την προχωρήσουν, το σίγουρο είναι ότι κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ούτε τις προθέσεις τους, ούτε την αφοσίωσή τους στις αρχές, στις αξίες και στις ανάγκες των λαών τους. 

Ενώ αντίθετα σε μας γεννάει φαινόμενα σαν αυτά του Τσίπρα και της ηγετικής του ομάδας που απαξιώνουν και ποδοπατούν χωρίς αιδώ αξίες, αρχές, ακόμα και αγωνιστικά σύμβολα και στρέφονται κατάφορα ενάντια στα συμφέροντα των λαών που υποτίθεται ότι έρχονται να εξυπηρετήσουν.

Σίγουρα σειρά αντικειμενικών παραγόντων πρέπει να μπουν σε μια τέτοια ανάλυση. Παραγόντων που έχουν να κάνουν με τη γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας, με την αδυναμία του συστήματος να δώσει λύσεις και να ξεπεράσει τις κρίσεις του με κάποια προοπτική, τόσο στην Ελλάδα όσο και γενικότερα, αλλά και με το δέσιμο της χώρας με τους βασικούς πυρήνες του ιμπεριαλισμού (ΝΑΤΟ, ΕΕ κλπ.).

Πρέπει όμως να δούμε και τα χαρακτηριστικά του υποκειμενικού παράγοντα που διαμορφώνονται με τη σειρά τους λόγω αυτών των συνθηκών. Ο διττός χαρακτήρας της κατάστασης στην Ελλάδα, από τη μία σαν μια χώρα που βιώνει την ιμπεριαλιστική εξάρτηση σε μεγάλο βαθμό και ενίοτε με μεγάλη ένταση και τραγικά αποτελέσματα και από την άλλη δεμένη με τους ιμπεριαλιστικούς θεσμούς με πολλαπλούς δεσμούς, εκτός από τα δεινά που φέρνει στη χώρα, δημιουργεί και τις συνθήκες να μερίζεται και στην Ελλάδα μέρος, έστω και πολύ μικρό, του ιμπεριαλιστικού πλεονάσματος. Κάτι που εκφράστηκε πολύ έντονα από το ’95 και μετά, καθώς η χώρα προχώραγε στην ενσωμάτωσή της στην ευρωζώνη και μέχρι και λίγο πριν την κρίση, για μια δεκαετία περίπου. 

Την περίοδο εκείνη, δύο φαινόμενα θα κάνουν με μεγάλη έμφαση την εμφάνισή τους. Από τη μια η μαζική προσπάθεια εξαγοράς της διανόησης, που εκφράζεται ποικιλοτρόπως και που βρίσκει τη διανόηση ούτως ή άλλως απογοητευμένη και απομακρυσμένη από το εργατικό κίνημα, λόγω των εξελίξεων στο εγχώριο αλλά και στο ευρωπαϊκό και στο παγκόσμιο επίπεδο. 

Μέσα στη διανόηση βέβαια εντάσσουμε και το πολιτικό προσωπικό και τη συνδικαλιστική ηγεσία του εργατικού κινήματος, που βρίσκεται δεμένο μέσα από μισθούς, πληρωμές, χορηγίες, ακόμα και επιχειρήσεις με χίλιους τρόπους από τους ευρωατλαντικούς θεσμούς και μέρα με τη μέρα χάνει όλο και πιο πολύ την επικοινωνία του και το όποιο δέσιμό του με την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. 

Αυτό δε θα βρει σύνορα ή σθεναρή αντίσταση, ούτε καν στο αριστερό πολιτικό και συνδικαλιστικό προσωπικό της χώρας, που είτε με βάση την αντίληψη «να τους πάρουμε ό,τι μπορούμε», είτε γιατί λόγω της κατάστασης που δημιουργείται μόνο έτσι μπορεί να επιβιώσει, μπλέκεται και αυτό σε γρανάζια και μηχανισμούς που δημιουργούν συνθήκες μιας πορείας του ανεξέλεγκτης και ανεξάρτητης από την κοινωνία, τις ανάγκες και την κριτική της, καθώς κάθε άποψη μπορεί να υπάρχει χωρίς να έχει σημασία η δυναμική που αναπτύσσει στην κοινωνία, το πόσο στηρίζεται από τα λαϊκά στρώματα, οικονομικά, πολιτικά κλπ. Αλλά, αντίθετα, τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει ούτε βήμα, αν δεν έχει με κάποιο τρόπο αποδεχτεί τον έναν ή τον άλλο βαθμό εξάρτησης από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. 

Από την άλλη και πλατιά μέσα στα κατώτερα λαϊκά στρώματα διαμορφώνεται μια στάση ανοχής, ακόμα και αποδοχής των ευρωατλαντικών θεσμών. Πρώτα στα μικρομεσαία στρώματα, ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες μικρονοικοκυραίους και μικρομεσαίους επιχειρηματίες, καθώς όσο χτυπιέται η οικονομία της χώρας και καταστρέφονται οι βασικοί πυλώνες της (αγροτική παραγωγή και βιομηχανία), τόσο γίνεται μονόδρομος η επιβίωση της οικονομικής δραστηριότητας μέσα από τις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις. 

Ακόμα και μέσα στην εργατική τάξη με τα χρόνια αναπτύσσεται αυτή η λογική, καθώς χωρίς την ΕΕ και τις χρηματοδοτήσεις της φαίνεται  ότι δεν μπορούν να λειτουργήσουν δουλειές, να δοθούν συντάξεις κλπ. Εδώ μόνο να σημειώσουμε ότι οι όποιες ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις πάντα δίνονταν με υποχρεωτικές κατευθύνσεις και ντερεκτίβες για το πού και πώς θα χρησιμοποιηθούν, ώστε να μην υπάρχει δυνατότητα να αξιοποιηθούν για αυτόνομη και ανεξάρτητη οικονομική ανάπτυξη, δημιουργία δομών που χρειάζεται η χώρα κλπ. διαιωνίζοντας έτσι τον κύκλο της εξάρτησης.

Μέσα σε αυτό το σκηνικό της εξαγοράς της διανόησης, της παρασιτικότητας της οικονομίας και της αλλοίωσης των χαρακτηριστικών της εργατικής τάξης, το πολιτικό προσωπικό και οι συνδικαλιστικές ηγεσίες χάνουν παντελώς το ρόλο τους σαν εργαλεία της πάλης της τάξης για τα συμφέροντά της. Και καταντούν στην καλύτερη περίπτωση ένα αναγκαίο κακό για να διαπραγματευτούν κάτω από το τραπέζι κάποια πρόσκαιρα συντεχνιακά οφέλη ή για να παρέχουν μια φωνή πίεσης απέναντι στις κυρίαρχες πολιτικές. 

Απαξιώνονται ακόμα περισσότερο στη συνείδηση της τάξης που μαζί με τα όργανά της χάνει και την αντίληψη της άμεσης εμπλοκής της στην πάλη και διασκορπίζεται σε ένα εκλογικό σώμα, εύκολα ελέγξιμο και διαχειρίσιμο από τα μέσα μαζικής προπαγάνδισης που στο μεταξύ ανθούν στη χώρα πολύ περισσότερο απ’ ότι εξηγεί ο πληθυσμός της ή η οικονομική της κατάσταση.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο είναι δυνατό να κατανοήσουμε πώς το μεγαλειώδες κίνημα που αναπτύχθηκε τη διετία ’10-’12, απαξιώθηκε και έστειλε μαζικά τα λαϊκά στρώματα στη μοναδική εναπομείνουσα διέξοδο της κάλπης (αν δούμε τα αποτελέσματα των εκλογών του Ιανουαρίου του ’15 θα δούμε καθαρά ότι τη μεγαλύτερη αύξησή του ο ΣΥΡΙΖΑ την είχε στις περιοχές με εργατικό πληθυσμό και μάλιστα στις ίδιες περιοχές παρουσιάζει αύξηση, όχι βέβαια ανάλογη του ΣΥΡΙΖΑ, και η υπόλοιπη αριστερά που δείχνει ότι η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν αποτέλεσμα παρσίματος ψήφων από τις άλλες αριστερές δυνάμεις, αλλά μιας γενικής στροφής της κοινωνίας προς τα αριστερά). 

Και από εκεί βέβαια στην αποχή της απογοήτευσης μετά τα γεγονότα του Αυγούστου (στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του ’15 η αποχή είναι ιδιαίτερα αυξημένη στην εργατική τάξη και στη νεολαία και αυτό βγαίνει μέσα από ένα προσεκτικό «διάβασμα» των αποτελεσμάτων).
Είναι φανερό ότι οι ιμπεριαλιστικοί θεσμοί και η εντόπια άρχουσα τάξη είναι εύκολο μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο είτε να δημιουργήσουν καρικατούρες ηγετών και να τις εμφυτεύσουν ακόμα και στο αριστερό κίνημα και ανάμεσα στο αριστερό πολιτικό προσωπικό είτε να χειραγωγήσουν πολιτικές προσωπικότητες που αναδεικνύονται από αυτό. Τι από τα δύο έγινε στην προκειμένη περίπτωση νομίζουμε ότι δεν έχει τόση σημασία για την πάλη σήμερα, το αφήνουμε να το διερευνήσει καλύτερα και πιο αδέκαστα ο ιστορικός του αύριο.


 Σχετική εικόνα


Αυτή η ανάλυση, αν και δείχνει παραστατικά τη διαφορετικότητα των προβλημάτων που αντιμετωπίζει το επαναστατικό κίνημα σε διάφορες περιοχές του πλανήτη, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να μας οδηγήσει σε μια πολυδιάσπαση των δυνάμεων του επαναστατικού κινήματος, σε ένα κλείσιμο των δυνάμεων της κάθε χώρας στα δικά της προβλήματα. 

Γιατί εντέλει είναι οι ίδιοι ευρωατλαντικοί ιμπεριαλιστικοί θεσμοί που παρασιτούν και αποδυναμώνουν τις οικονομίες των χωρών τους, δημιουργώντας και στους λαούς τους αδιέξοδες αυταπάτες. Είναι οι ίδιοι ευρωατλαντικοί ιμπεριαλιστικοί θεσμοί που σπέρνουν την καταστροφή και τον όλεθρο, μόνο τρόπο να ελέγξουν και να ξεζουμίσουν το παγκόσμιο απόθεμα για να συντηρήσουν τις παρασιτικές οικονομίες τους. 

Γιατί είναι οι ίδιοι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί που περιφερειακά, όπως σε χώρες στη Μέση Ανατολή και όχι μόνο, σπέρνουν τον πόλεμο και την καταστροφή είτε με την άμεση επέμβαση είτε χρησιμοποιώντας τρομοκρατικές οργανώσεις που οι ίδιοι δημιουργούν.

Είναι οι ίδιοι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί που προσπαθούν να πνίξουν την κουβανική επανάσταση με κάθε τρόπο, όπως το 60χρονο εμπάργκο, ενώ την ίδια ώρα καταληστεύουν τους εθνικούς πόρους άλλων λατινοαμερικάνικων χωρών. 

Είναι οι ίδιοι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί που εφαρμόζουν πολιτικές  σφοδρής επίθεσης στα κοινωνικά δικαιώματα, την εργασία και διαλύουν την οικονομία στις χώρες που κρατάνε κοντά στον πυρήνα τους, όπως στην Ελλάδα, ή ακόμα και σφοδρότερες φασιστικού τύπου πολιτικές, όπως αυτές που εφαρμόζει η ουκρανική κυβέρνηση στην Αν. Ουκρανία.

Είναι οι ίδιοι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί που παίζοντας τα δικά τους εσωτερικά παιχνίδια πάνω στις πλάτες των λαών τους, σπέρνουν τον όλεθρο και τον τρόμο στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες μέσα από τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα. 

Είναι οι ίδιοι ιμπεριαλιστικοί θεσμοί που και μέσα στις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες, διαμορφώνουν πολλών κατηγοριών πολίτες ανάλογα με το χρώμα του δέρματός τους, αλλά κυρίως ανάλογα με το βάθος του πορτοφολιού τους και γεννάνε την έξαρση του ρατσισμού, ή φαινόμενα πολιτών σε αμόκ που σπέρνουν το θάνατο αδιάκριτα και χωρίς φανερή αιτία σε τυχαία σημεία, ακόμα και σε εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Είναι οι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί, πάντα με τη βοήθεια και τη σύμπραξη της εντόπιας άρχουσας τάξης, απόλυτα δεμένης με τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς και θεσμούς και αναπόσπαστο κομμάτι τους κατά τη γνώμη μου, που ευθύνονται για όλα τα παραπάνω.

Το επαναστατικό κίνημα, μέσα σε αυτή την πραγματικότητα, αντιμετωπίζει είναι αλήθεια διαφορετικές εκφράσεις της ιμπεριαλιστικής πολιτικής και είναι ανάγκη να σκύψει με προσοχή πάνω σε αυτές και να τις απαντήσει σε κάθε περίπτωση με τα ιδεολογικά και πολιτικά επιχειρήματα που απαιτούνται, αλλά και με εκείνες τις κινηματικές διαδικασίες που κάθε κατάσταση γεννά ή/και χρειάζεται.

Είναι όμως νομίζω φανερό, ότι η κοινή πάλη του επαναστατικού κινήματος ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τα ντόπια στηρίγματά του, είναι η μόνη ικανή συνθήκη που μπορεί να κάνει το επαναστατικό κίνημα αποτελεσματικό και νικηφόρο, μέσα από την αποδυνάμωση του ιμπεριαλισμού και των αδιέξοδων που δημιουργεί και κραδαίνει απέναντι σε κάθε προσπάθεια των λαών για ένα καλύτερο μέλλον.

Ο ίδιος ο Τσε, σε μήνυμά του για «Το Βιετνάμ και την παγκόσμια πάλη για την ελευθερία» μας διδάσκει: «..ο ιμπεριαλισμός είναι ένα παγκόσμιο σύστημα, το τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού και πρέπει να τον νικήσουμε σε μια μεγάλη παγκόσμια αντιπαράθεση. Ο στρατηγικός στόχος αυτής της πάλης πρέπει να είναι η καταστροφή του ιμπεριαλισμού. 

Η συμμετοχή που αντιστοιχεί σε μας που σε όλο τον κόσμο ζούμε κάτω από την εκμετάλλευση και την καθυστέρηση, είναι να εξαλείψουμε τις βάσεις στήριξης του ιμπεριαλισμού: τους καταπιεσμένους λαούς μας από τους οποίους αποσπούν κεφάλαια, πρώτες ύλες, φτηνούς εργάτες και τεχνικούς και προς τους οποίους εξάγουν νέα κεφάλαια –μέσα κυριαρχίας- όπλα και κάθε λογής είδη, βυθίζοντάς μας σε απόλυτη εξάρτηση. Το θεμελιώδες στοιχείο αυτού του στρατηγικού στόχου θα είναι, τότε, η πραγματική απελευθέρωση των λαών.. η σοσιαλιστική επανάσταση». 

Το συνέδριό σας νομίζουμε ότι θα συμβάλλει αποφασιστικά στην ανταλλαγή αυτών των διαφορετικών εμπειριών της πάλης μας. Πρωτοβουλίες σαν αυτή βοηθούν στη συνένωση του αγώνα των λαών και στο χτίσιμο μιας κοινής ιδεολογικοπολιτικής φαρέτρας που θα προκύπτει μέσα από τις διαφορετικές κατά τόπους επεξεργασίες και θα αναλύεται σε επιμέρους ιδεολογικά επιχειρήματα, θα κατοχυρώνει όμως και θα βοηθάει την κοινότητα του σκοπού. 

Με την αξιοποίηση της νέας τεχνολογίας και του διαδικτύου (που έχει στην εποχή μας την αξία και το ρόλο που είχε παλιότερα το τυπογραφείο). Αλλά κυρίως μέσα από την κοινή προσπάθεια της ανάπτυξης του αντιιμπεριαλιστικού και αντιφασιστικού κινήματος καθώς ο ιμπεριαλισμός κάθε μέρα δείχνει να φασιστικοποιεί όλο και πιο πολύ τις πολιτικές του εκφράσεις.

Γιατί εντέλει η ανισόμετρη ανάπτυξη είναι πρόβλημα του ίδιου του ιμπεριαλισμού που δημιουργεί οικονομίες αδύναμες, καταδικασμένες να θυσιάζονται  στο βωμό των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων και να παράγουν ανυπέρβλητα προβλήματα χωρίς λύση και προοπτική ούτε για τις ίδιες ούτε για τις κοινωνίες που απομυζούν. 

Για το επαναστατικό κίνημα είναι κοινός ο εχθρός και κοινό το μέλλον στο οποίο προσβλέπει. Οι διαφορετικές οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που βρίσκει η κάθε ιστορική στιγμή τις διάφορες χώρες, σίγουρα διαφοροποιεί τα εργαλεία και τις μορφές του αγώνα και μαζί με το στάδιο όξυνσης της ταξικής πάλης σίγουρα διαφοροποιεί και τη θέση που κάθε χώρα κατέχει μέσα στο επαναστατικό κίνημα ετούτη ή την άλλη στιγμή, είναι όμως κοινός ο αγώνας που καλούμαστε να δώσουμε μέχρι το συνολικό ξεπέρασμα του ιμπεριαλισμού και το πέρασμα σε μια κοινωνία της ειρήνης, της εργασίας και της συνεργασίας των εθνών.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου