Για το δημοψήφισμα στα Σκόπια έχουν γραφεί ήδη πάρα πολλά, παρότι έχουν περάσει μόλις δυο μέρες από την πραγματοποίησή του. Αυτό αποδεικνύει τη σημασία τόσο του ίδιου του δημοψηφίσματος, όσο και όλης της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί με την περιβόητη πια συμφωνία των Πρεσπών.
Μια συμφωνία που σύμφωνα με τους εμπνευστές της αποτελεί ιστορική κατάκτηση και παράδειγμα για παρόμοιες στο μέλλον, όπως ο Τσίπρας εκτίμησε στην ομιλία του στην Ολομέλεια του ΟΗΕ. Κι όμως αυτή η «ιστορική» συμφωνία βρήκε την απόρριψη του μεγάλου μέρους του λαού των Σκοπίων, του ίδιου αυτού λαού που υποτίθεται ότι ευνοούσε περισσότερο.
Δεν είναι η πρώτη φορά που μια «ιστορική», τουλάχιστον σύμφωνα με τα λεγόμενα των εμπνευστών της, συμφωνία θα πεταχτεί κυριολεκτικά στον κάλαθο των άχρηστων της ιστορίας όταν θα φτάσει να κριθεί από τους λαούς που επηρεάζει.
Πριν μερικά χρόνια το ίδιο πάνω-κάτω σκηνικό είχε στηθεί και με μια άλλη «ιστορική» συμφωνία το περίφημο «σχέδιο Ανάν» στην Κύπρο. Παρόμοιες και τότε οι μεγαλόστομες κορώνες από τους ΝΑΤΟϊκούς εμπνευστές της, παρόμοιες και οι πιέσεις στο εκλογικό σώμα να τη δεχτεί, παρόμοια και η πάνστρατη στήριξη όλων των με διεθνές κύρος μεγαλοστελεχών της ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων.
Το αποτέλεσμα και στις δύο περιπτώσεις ήταν το ίδιο. Στην περίπτωση της Κύπρου βέβαια η συμμετοχή ήταν ιδιαίτερα μεγάλη, όσο μεγάλη ήταν και η απόρριψη του «σχεδίου Ανάν». Ενώ τώρα η αντίθεση στη συμφωνία εκφράστηκε κυρίως από την αποχή, μια αποχή τόσο μεγάλη που κατέστησε το δημοψήφισμα άχρηστο για τα σχέδια των εντολοδόχων του, που προσπαθούν τώρα να εμπνευστούν τρόπους για το ξεπέρασμά του, ενώ το είχαν σίγουρο χαρτί για τις κινήσεις τους.
Όσο κι αν προσπαθούν να υποβαθμίσουν τη σημασία του τα ιμπεριαλιστικά φερέφωνα σε Ελλάδα, Σκόπια, αλλά και παγκόσμια και απ’ όλους τους χώρους, δημοσιογράφοι, αναλυτές, πολιτικοί κλπ. μιλώντας για πύρρειες νίκες, για μπερδεμένα μητρώα και διάφορα άλλα τέτοια τραγελαφικά που ακούστηκαν τις τελευταίες μέρες, ένα είναι το γεγονός. Η πραγματικότητα είναι εκεί και κανείς δεν μπορεί να την αποφύγει.
Και η πραγματικότητα έχει πολλές όψεις, όλες όμως αρνητικές για τα ιμπεριαλιστικά σχέδια και τις προοπτικές του ευρωατλαντισμού. Η επίφαση της δημοκρατικότητας αυτού που στην πολιτική κουλτούρα της εποχής μας επικράτησε να λέγεται «δυτική δημοκρατία», αλλά εμείς θα επιμείνουμε σε πιο ταξικούς χαρακτηρισμούς και θα την πούμε ιμπεριαλιστική, έχει φτάσει στα όριά της.
Δεν είναι μόνο τα δημοψηφίσματα που όταν «δεν τους βγαίνουν» ή καταπατώνται κατάφωρα, όπως έγινε με την περίπτωση της Ελλάδας, ή αποκτούν συμβουλευτικό χαρακτήρα, όπως επιχειρείται τώρα στα Σκόπια, ή συκοφαντούνται, όπως επιχειρήθηκε με το BREXIT. Δεν είναι μόνο η άμεση παρέμβαση και κατ’ εντολή διορισμοί υπουργών, όπως έγινε σε μια μεγάλη οικονομικά χώρα όπως η Ιταλία. Δεν είναι μόνο οι κυβερνήσεις του 30% (π.χ. Ελλάδα και με αποχή πάνω από 45%). Δεν είναι μόνο η στήριξη φασιστικών κυβερνήσεων, όπως έγινε στην Ουκρανία και επιχειρείται τώρα και στη Βραζιλία.
Δεν είναι ένα, δεν είναι δύο τα αντίστοιχα παραδείγματα που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια και δηλώνουν κατά βάση το ίδιο γεγονός. Ο ιμπεριαλισμός μετά την οικονομική του κατάρρευση, περνάει τώρα στη φάση της πολιτικής του αλλοτρίωσης. Και η μετάλλαξη που προκύπτει από αυτή την αλλοτρίωση σαρώνει όλες τις μέχρι τώρα, υποτίθεται απύθμενες «εναλλακτικές» του, καταρρακώνει κάθε έννοια πολιτικής σταθερότητας, καταστρέφει τους ίδιους τους θεσμούς του.
Και αυτό γίνεται πλέον σε μια καινούρια κλίμακα, όχι μόνο σε μικρές και αδύναμες -πολιτικά και οικονομικά- χώρες, αλλά και στις πιο μεγάλες και ισχυρές, όχι μόνο ενάντια στις πιο ανίσχυρες και καταπιεσμένες ομάδες –κοινωνικές, ταξικές ή φυλετικές- αλλά ενάντια στο σύνολο της κοινωνίας και της εκφρασμένης θέλησής της, όχι μόνο σαν μια έκτακτη συμπεριφορά ή έστω σαν μια εναλλαγή, αλλά σαν μια καινούρια κανονικότητα. Την κανονικότητα της αλαζονείας, του αυταρχισμού και της βαρβαρότητας που είναι πλέον το βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής έκφρασης του ιμπεριαλισμού.
Η άλλη πλευρά του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος των Σκοπίων είναι επίσης μια καινούρια παράμετρος της εποχής. Το «καρότο» του δημοψηφίσματος ήταν η ένταξη της χώρας σε ΕΕ και ΝΑΤΟ. Μέχρι τώρα είχαμε συνηθίσει οι χώρες που προέρχονταν από τις σοσιαλιστικές δημοκρατίες, να έχουν φανερό τους πόθο την ένταξή τους σε αυτούς τους οργανισμούς. Έναν πόθο που πρέπει να παραδεχτούμε ότι αγκάλιαζε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού τους. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά.
Αυτό οφείλεται και στην πολιτική καταρράκωση των θεσμών αυτών που λέμε παραπάνω. Οφείλεται και στην πραγματικότητα που οι χώρες αυτές βλέπουν να εξελίσσεται γύρω τους και σίγουρα το παράδειγμα της Ελλάδας και του πώς της συμπεριφέρθηκαν αυτοί οι θεσμοί έχει ξυπνήσει, θα λέγαμε, πολλούς. Έχει όμως να κάνει και με ένα ακόμα στοιχείο που αναδείχθηκε ξεκάθαρα μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία.
Όταν μετά τη διάλυση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας δημιουργήθηκε το κράτος των Σκοπίων, οι ιμπεριαλιστικοί θεσμοί κέρδισαν τον κόσμο, λέγοντάς τους ότι μπορούν από απλή εθνότητα μέσα σε κράτος, να γίνουν πλέον έθνος-κράτος. Με αυτό το όραμα που φαίνονταν να συνάδει με τα καπιταλιστικά ιδανικά, δημιουργήθηκαν όχι μόνο τα Σκόπια, αλλά και σειρά άλλων κρατών, μικρότερων ή μεγαλύτερων τόσο από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας όσο και από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Τώρα μοιάζει να τους λένε από κυρίαρχο έθνος-κράτος που, έστω κακήν-κακώς, το συντήρησαν τόσα χρόνια, να δεχτούν να μετατραπούν σε μια ακόμα μειονότητα της περιοχής. Αυτό είναι που σηματοδοτεί για το λαό των Σκοπίων το πρόθεμα «Βόρεια» πριν το «Μακεδονία».
Όταν ξεκίνησε η διαδικασία των συνομιλιών γύρω από το ζήτημα, τεράστιες διαδηλώσεις έγιναν στην Ελλάδα ενάντια στη συμφωνία που τότε ακόμα προετοιμάζονταν. Αυτές οι διαδηλώσεις από πολλούς κατηγορήθηκαν, λοιδορήθηκαν, ακόμα και χτυπήθηκαν από τις αστυνομικές δυνάμεις. Στο εσωτερικό έγινε προσπάθεια να τις ταυτίσουν με άνοδο του εθνικισμού και στο εξωτερικό μια ακόμα αφορμή για να παρουσιάσουν τους νεοέλληνες σαν τους κακούς της Ευρώπης. Και αυτό το αφήγημα δυστυχώς το ασπάστηκαν και πολλοί από τους δημοκράτες και προοδευτικούς πολίτες, αλλά και αναλυτές και πολιτικούς μέσα και έξω από τη χώρα.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος καταρράκωσε και αυτό το αφήγημα. Απέδειξε περίτρανα πόσο και οι δύο λαοί αντιδρούν σε αυτό που πάει να γίνει και όχι βέβαια τυχαία. Γιατί αυτή η συμφωνία εντέλει το μόνο που προωθεί είναι τη ρευστοποίηση των βαλκανικών συνόρων και την πλήρη ΝΑΤΟποίησή τους, όχι μόνο με την έννοια της ποσοτικής επέκτασης του ΝΑΤΟ, αλλά και με την ποιοτική αναβάθμισή του σε τοποτηρητή και μόνο εγγυητή της σταθερότητας, μιας σταθερότητας αμφίβολης αν και όποτε την επιθυμούν οι ηγετικοί κύκλοι του.
Και τη μετατροπή των δύο υπαρχόντων εθνών-κρατών σε κάτι καινούριο, αυτό που επιτάσσει η σύγχρονη ιμπεριαλιστική πραγματικότητα. Στην υποβάθμισή τους όχι απλά σε εθνικές περιφέρειες των υπερεθνικών και υπερατλαντικών ιμπεριαλιστικών θεσμών, αλλά σε απλές μειονότητες εγκλωβισμένες μέσα στους σαπισμένους ιμπεριαλιστικούς θεσμούς που μόνο τη διάλυση της οικονομίας και τη εγκαθίδρυση του αυταρχισμού και της βαρβαρότητας μπορούν να εξασφαλίσουν. Και τους λαούς απλές μειονοτικές ομάδες χωρίς κανένα όπλο αντίστασης (ούτε καν αυτό της επίφασης της δημοκρατίας τους).
Η παρακμή του έθνους-κράτους είναι απόλυτα ταυτισμένη με την παρακμή του ίδιου του συστήματος που το γέννησε σαν θεσμό, του καπιταλισμού. Και γι’ αυτό είναι και δεδομένη και όλο και πιο φανερή. Οι λαοί με το κριτήριό τους το έχουν ήδη καταλάβει αυτό και πλέον το βροντοφωνάζουν κιόλας.
Η απάντηση σε αυτή την παρακμή δεν είναι η ιμπεριαλιστική πρόταση της ανάμιξης των λαών στην τεράστια ιμπεριαλιστική χοάνη, απ’ όπου η ιμπεριαλιστική ελίτ θα πλάθει και θα αναπλάθει κάθε φορά κατά το δοκούν μειονότητες, σύνορα και κρατίδια με μόνο σκοπό την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της και τη διαιώνιση της κυριαρχίας της.
Η απάντηση στο έθνος-κράτος που ανεπίστρεπτα παρακμάζει και ιστορικά τελειώνει, είναι η μετάβαση στο έθνος-πατρίδα. Μια πατρίδα με εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία. Με σχέσεις συνεργασίας και δεσμούς αλληλεγγύης και ανταλλαγής με τους υπόλοιπους λαούς και εθνότητες. Είναι η πατρίδα, η σοσιαλιστική πατρίδα, για την οποία πολέμησε και νίκησε ο Κόκκινος Στρατός, το παρτιζάνικο κίνημα της περιοχής της πρώην Γιουγκοσλαβίας, της Ελλάδας, αλλά και το αντάρτικο κίνημα στην Κούβα, η εξέγερση στη Βενεζουέλα και οι λαοί σε τόσα άλλα σημεία παγκόσμια. Αυτό είναι το πραγματικό μέλλον που και σήμερα εξακολουθεί να γράφεται και να παράγει φωτεινά παραδείγματα όπως π.χ. η συμφωνία ALBA στη Λατινική Αμερική.
Η πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό είναι το πρώτο καθήκον για κάθε αγωνιστή, για κάθε προοδευτικό και δημοκράτη, η μόνη που μπορεί να ανοίξει το δρόμο για ένα τέτοιο μέλλον, η μόνη που μπορεί πραγματικά να εγγυηθεί την ελευθερία των λαών και το σοσιαλιστικό αύριο.
Μαρία Καλύβα