Τα νέα είναι καταιγιστικά. Αρχίζουν και συμπυκνώνονται, οι ώρες γίνονται μέρες και οι μέρες βδομάδες και μήνες. Αυτά που άλλοτε διαμορφώνονταν σε χρόνια ολόκληρα, τώρα φαίνεται να αλλάζουν μέσα μόλις σε μέρες. Οι ειδήσεις μας το επιβεβαιώνουν αυτό καθημερινά.
Την περασμένη βδομάδα στο διεθνή χώρο, είχαμε τη συνάντηση Τραμπ-Ζελένσκι που συζητήθηκε ευρέως και που, πέρα από τις όποιες άλλες αναλύσεις και εκτιμήσεις (και ακούσαμε πολλές) καταδεικνύει την πραγματικότητα με τον πιο χειροπιαστό τρόπο και κυρίως με τον τρόπο που έχουμε μάθει να λειτουργούμε, μέσω της εικόνας.
Ο Ζελένσκι πήγε στο Λευκό Οίκο για να προκαλέσει και τα κατάφερε. Δεν ξέρουμε ποιοι ήταν οι στόχοι αυτής της πρόκλησης τόσο του Ζελένσκι, όσο κυρίως των «συμμάχων» και συμβουλάτορών του (σ.σ. του λόμπι των Δημοκρατικών-φιλοναζί των ΗΠΑ, μαζί με τους Ευρωπαίους ηγετίσκους που μόνο με το φόβο μιας ρωσικής αρκούδας βρίσκουν λόγο ύπαρξης) και άρα δεν μπορούν να βγουν ασφαλή συμπεράσματα αν επιτεύχθηκαν.
Είναι αυτό και ένα κύριο γνώρισμα της εποχής. Οι στόχοι είναι πάντα ακαθόριστοι έως και ανύπαρκτοι. Από τη γενικόλογη και ανούσια δήλωση «ή ηγεμονία της δύσης ή χάος» μέχρι το συνοθύλευμα των γενικόλογων, συχνά αλληλοαναιρούμενων, ακόμα και παράλογων «αιτημάτων» της wok ατζέντας και τον political correct πολιτικό και κοινωνικό λόγο (που άραγε ποιος τον καθορίζει και ποιος τον επιβάλλει;), κανένας συγκεκριμένος στόχος δεν έχει τεθεί στο τραπέζι τις τελευταίες δεκαετίες από τις περίφημες δυτικές ηγεσίες.
Αυτό είναι ιδιαίτερα βολικό βέβαια σε μια κοινωνία απόλυτα κυριαρχούμενη από την πιο ξεδιάντροπη, ολοκληρωτική και ισοπεδωτική προπαγάνδα που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Έτσι ο νικητής και ο ηττημένος, ο καλός και ο κακός, ακόμα και η πλευρά της ιστορίας, βαπτίζονται κάθε φορά από τα φερέφωνα της προπαγάνδας, πολιτικούς, μμε, πληρωμένους αναλυτές κλπ., χωρίς καμία απόκριση στην αναγκαιότητα της ζωής, τη διαμορφωμένη πραγματικότητα και τη λαϊκή θέληση.
Έτσι και τώρα, ο Ζελένσκι στην επιστροφή του στην Ευρώπη βρήκε πρόθυμους πολιτικούς να τον ανακηρύξουν γενναίο και ο Τραμπ βρήκε την ευκαιρία που γύρευε να ανακοινώσει την άμεση διακοπή της βοήθειας στην Ουκρανία, ακόμα και την απειλή ότι θα αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ, αν δεν γίνει δυνατή η συνεννόηση με την Ευρώπη της Φον Ντερ Λάινερ και των λοιπών. Ποιος κέρδισε και τι; Μένουμε με την απορία. Την ίδια ώρα που ανακοινώνεται η συνέχιση των συνομιλιών ΗΠΑ και Ρωσίας με το δεύτερο κύκλο τους να διεξάγεται σε ιρανικό έδαφος(!!!)
Σε αντεπίθεση και ο Νετανιάχου, ανακοινώνει τη διακοπή κάθε ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα και μάλιστα εν μέσω ραμαζανιού, διαπράττοντας εκτός από ανθρωπιστική και πολιτισμική και πολιτιστική βαρβαρότητα. Ενώνει έτσι τους Άραβες πολύ πιο άμεσα με βάση το αιγυπτιακό σχέδιο ειρήνευσης, που προάγει τη λύση των δύο κρατών. Και ο Τραμπ από τη μεριά του, διακηρύσσει την ανάγκη να διαλυθεί η Χαμάς, αλλά στέλνει τον εκπρόσωπό του κ. Άνταμ Μπόλερ για άμεσες συνομιλίες με αντιπροσωπεία με τη Χαμάς, με αποκλειστικό αντικείμενο την απελευθέρωση ομήρων, αφήνοντας ωστόσο έκπληκτο το Ισραήλ και την ηγεσία του.
Με τη σειρά του το Ισραήλ, για να ξεπεράσει τον πόνο του ίσως, βομβαρδίζει άλλη μια φορά περιοχές της Συρίας, που έχει γίνει και επίσημα πλέον, πεδίο βολής ξένων φαντάρων, χωρίς καμία προοπτική άμεσης τουλάχιστον διεξόδου, δυστυχώς. Και οι Κούρδοι, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις στη χώρα, συμμαχώντας με την πάλαι ποτέ κραταιά τότε ηγεσία του Λευκού Οίκου των Δημοκρατικών-φιλοναζί, κάτω από τη γενικόλογη υπόσχεση (αόριστη όπως και οι στόχοι που περιγράψαμε πιο πάνω) για άμεση δημιουργία μιας κάποιας κρατικής οντότητας, βλέπουν τους μαχητές τους να εντάσσονται στο στρατό των τζιχαντιστών στη Συρία και τον ιστορικό ηγέτης τους Οτσαλάν, να τους καλεί μέσα από τη φυλακή να καταθέσουν τα όπλα στην Τουρκία. Αν και είναι ακόμα αμφίβολο κατά πόσο θα τύχει ανταπόκρισης αυτή η έκκληση, είναι σίγουρο ότι γυρίζει σελίδα στον πάνω από 100 χρόνια αγώνα των Κούρδων, με αβέβαια αποτελέσματα.
Το μόνο που φαίνεται καθαρά σε αυτό τον ανάγλυφο χάρτη που ανοίγεται μπροστά μας, είναι η διαμάχη και η διαίρεση της δύσης, με πολλές εκφράσεις, αλλά κυρίαρχη αυτή της διαμάχης ανάμεσα στη δύση της Ευρώπης και στη δύση των ΗΠΑ. Από πού όμως έρχεται αυτή η διαμάχη και έχει κάποιες βαθύτερες βάσεις και αιτίες ή έγκειται μόνο στην αλλαγή φρουράς στο Λευκό Οίκο, μιας πιθανόν προσωρινής κατάστασης, μιας παρένθεσης που μέλλει να κλείσει αργά ή γρήγορα, με τον ένα ή άλλο τρόπο. Και αυτή η ίδια η αλλαγή της πολιτικής στάσης των ΗΠΑ, έχει να κάνει με αντικειμενικές ανάγκες ή είναι η προσωρινή λύση που επιλέχθηκε σε μια στιγμή «στριμώγματος» και αδυναμίας των ΗΠΑ, προσωρινής και αυτής και άρα άμεσα αναστρέψιμης; Η προπαγάνδα απαντά αβίαστα με το ευκαιριακό και το τυχαίο, έτσι κάνει σε όλες τις περιπτώσεις άλλωστε. Όμως ας πάμε λίγο πιο ψηλά, λίγο πιο μακριά και ας κοιτάξουμε λίγο πιο κοντά, λίγο πιο προσεκτικά.
Οι ευρωπαϊκές ελίτ εδραίωσαν την κυριαρχία, τη δύναμη και την άνθισή τους πάνω στο αποικιοκρατικό σύστημα. Επί δεκαετίες ολόκληρες, οι λαοί της γης στην Ασία, στην Αφρική, στη Λ. Αμερική στέναζαν κάτω από τον ευρωπαϊκό αποικιοκρατικό ζυγό, προσφέροντας πρώτες ύλες, ενέργεια, αλλά κυρίως το βασικό καύσιμο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, την υπερεκμετάλλευση της ανθρώπινης ζωής. Η αποικιοκρατική λογική και πολιτική εκφράζονταν ακόμα και μέσα στην ευρωπαϊκή ήπειρο και η χώρα μας είναι ένα θαυμαστό παράδειγμα αυτής της αλήθειας.
Από την άλλη οι ΗΠΑ ξεκίνησαν αμφισβητώντας και εδραιώθηκαν αντιμαχόμενες την αποικιοκρατία ως θεσμό. Η ίδια η ίδρυση του κράτους των ΗΠΑ, εδράζεται σε μια αντιαποικιοκρατική επανάσταση και έναν αντιαποικιοκρατικό πόλεμο και μπήκαν εντέλει στην αποικιοκρατική λογική, μόνο όταν αυτή είχε πια φτάσει στο τέλος της, καθώς η πρώτη μεγάλη μάχη στην οποία οι ΗΠΑ μπήκαν για να υπερασπιστούν ανοιχτά αποικιοκράτες είναι ο πόλεμος του Βιετνάμ. Είμαστε αρκετά κοντά στα γεγονότα για να τα ξέρουμε πολύ καλά και αρκετά μακριά για να μπορούμε πια να αξιολογήσουμε το ιστορικό τους βάρος.
Η νίκη του λαού του Βιετνάμ σήμανε το τέλος της αποικιοκρατίας και η κουβανική επανάσταση το επισφράγισε. Έχω την τύχη να έχω τιμηθεί με τον τίτλο «εγγονή του Χο Τσι Μινχ», ένας τίτλος που λάμβανε κάθε νέος πιονέρος του Βιετνάμ. Σε μια παραμονή μου σε κατασκήνωση πιονέρων στην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας (γνωστή και ως DDR ή ως Αν. Γερμανία), συγκατοικήσαμε με τα παιδιά από το Βιετνάμ και δεθήκαμε έντονα μαζί τους. Και εκείνοι μας τίμησαν με αυτό τον τίτλο που πάντα θα τον θεωρώ ίσως τον πιο σημαντικό που θα μπορούσα να κατακτήσω. Πέρα όμως από τις προσωπικές εμπειρίες μου, κανένας ιστορικός, πολιτικός ή κάθε είδους αναλυτής, από όποια πολιτική, ιδεολογική ή οικονομική θέση και αν ξεκινάει την ανάλυσή του, δεν θα διαφωνήσει για το βάρος αυτού του πολέμου και της εξέλιξής του. Σημάδεψε το τέλος της αποικιοκρατίας και των δεινών της.
Ωστόσο η ζωή οι αγώνες δεν είναι όπως τα αθλητικά συμβάντα. Και αυτό έχει δύο όψεις. Από τη μια δεν έχει σαν έπαθλο ένα συμβολικό κύπελο, ικανό μόνο να στολίσει κάποιο ξεχασμένο ράφι, αλλά έχει βαθιά και μακροχρόνια αποτελέσματα πάνω στη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Από την άλλη ωστόσο, δεν είναι ένας αγώνας που λήγει με το σφύριγμα λήξης, αλλά έχει συνέχεια και συνέπειες που πρέπει να αντιμετωπιστούν ακόμα και πολύ μεταγενέστερα της όποιας φαινομενικής λήξης του.
Οι χώρες που κατέκτησαν την ανεξαρτησία τους, βρέθηκαν σύντομα μπροστά σε δραματικά διλλήματα. Καθώς είχαν ιδρυθεί, δομηθεί και εδραιωθεί ως κρατικές οντότητες μέσα από τους αποικιοκρατικούς θεσμούς, η ξαφνική αποκοπή τους από τους πρώην αποικιοκράτες τους, σύντομα δημιούργησε τεράστια προβλήματα. Έπρεπε να βρεθούν τρόποι τα προβλήματα αυτά να απαντηθούν. Οι ιμπεριαλιστές, πρώην και νυν αποικιοκράτες, αλλά με ηγέτιδα πλέον τις ΗΠΑ, μια πρώην αντιαποικιοκρατική δύναμη, είδαν τη χρυσή ευκαιρία να κερδίσουν ό,τι είχαν χάσει.
Με όπλο το δολάριο και φορείς θεσμούς όπως το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Κεντρική Τράπεζα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, τιθάσευσαν και κυριάρχησαν ακόμα και τον ΟΗΕ διαμελίζοντας χώρες και δημιουργώντας άλλες κατά το δοκούν και μετατρέποντας εντέλει την ανάγκη των κρατών για συνεργασία, σε ευκαιρία νέας μορφής υποδούλωσης και υπερεκμετάλλευσης των λαών. Και αυτό ονομάστηκε νεοαποκιοκρατία και είχε σαν ηγέτιδα δύναμη πλέον τις ΗΠΑ. Εκείνο που δεν κατάλαβαν οι παλαιοαποκιοκράτες και οι νεοαποικιοκράτες ιμπεριαλιστές, μπροστά στην κοντόφθαλμη επιτυχία τους, ήταν ότι έσκαβαν απλώς με μανία τον τάφο τους.
Το νέο γεωπολιτικό τοπίο που διαμορφώθηκε έδωσε στις ΗΠΑ περισσότερους συμμάχους και απ’ ότι χρειάζονταν, αναγκαστικούς ή ηθελημένους, προσωρινούς ή πιο μόνιμους, λιγότερο ή περισσότερο πιστούς. Από την άλλη η Σοβιετική Ένωση, το αντίπαλο δέος της εποχής, έμενε από συμμάχους και αυτοί που είχε ήταν ιδιαίτερα αδύναμοι, ενώ η ίδια η Σ. Ένωση τόσο δεν ήθελε όσο και δεν μπορούσε να αντλήσει πόρους, να κλέψει και να καταδυναστεύσει όπως έκαναν οι ιμπεριαλιστές δίπλα της. Αυτός ήταν και ένας λόγος (όχι ο μόνος) που την άφησε με την πλάτη στον τοίχο, σε μια εποχή που οι διεθνείς σχέσεις έδειχναν να διέπονται από το συμφέρον του ισχυρού και την ικανότητά του να ληστεύει με τις λιγότερες δυνατές αντιδράσεις και την έφτασαν μέχρι και τη διάλυσή της.
Οι ιμπεριαλιστές έμειναν ανενόχλητοι να οραματίζονται ένα μακρύ και ανεμπόδιστο δρόμο κυριαρχίας. Και ήρθε ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία και ήρθε η κατάρρευση των ασιατικών αγορών και ήρθε η κρίση του 2008. Η κρίση στα τέλη του ’70 ήταν το ίδιο ή και περισσότερο ισχυρή, ξεπεράστηκε ωστόσο σχετικά γρήγορα και με μικρά υπολείμματα. Η κρίση του ’08, 15 χρόνια μετά μας κλυδωνίζει με τα απόνερά της τόσο στο οικονομικό, όσο και στο γεωπολιτικό και δομικό και σε όλα τα πεδία. Τι ήταν αυτό που έκανε τη διαφορά; Τότε υπήρχε Σ. Ένωση και ανατολικό μπλοκ, υπήρχαν δηλαδή εξωτερικοί αντίπαλοι που τους φορτώναμε εύκολα κάθε πρόβλημα, το ’08 όμως όχι. Κανείς δεν έχει αναλύσει μέχρι σήμερα αυτή τη σχέση, όμως το γεγονός παραμένει και είναι αδιαμφισβήτητο.
Εκείνο που είχε αλλάξει ωστόσο ήταν πολύ πιο βαθύ και δεν μπορούσε να έχει γυρισμό. Καθώς οι ιμπεριαλιστές ήταν πια υποχρεωμένοι να διαλέγονται με οργανωμένες κρατικές οντότητες, έστω και εξαρτημένες και υπερχρεωμένες, οι όροι της εξάρτησης είχαν αλλάξει. Έγινε σύντομα πιο συμφερτικό να παίρνουν από τις χώρες τη ζωντανή υπερεκμετάλλευση, παρά τις νεκρές πρώτες ύλες. Το κεφάλαιο άρχισε σύντομα να μετακομίζει προς τα εκεί που θα έβγαζε την περισσότερη υπεραξία. Και βεβαίως, γιατί όχι, οι πρώην αποικίες και νυν νεοεξαρτημένες χώρες να παράγουν, αρκεί να παρήγαγαν για τους ιμπεριαλιστές. Για λίγο αυτό λειτούργησε, όμως σύντομα άλλαξε τα δεδομένα.
Στην Ευρώπη κυρίως (καθώς εκείνη στηρίζονταν περισσότερο στις ΗΠΑ και όχι τόσο στη δική της αυτόβουλη δράση) ο δρόμος της νεοαποικιοκρατίας και η κρίση του ’70, έδωσε το σύνθημα για την απαξίωση κάθε είδους εργασίας. Η αγροτική παραγωγή χτυπήθηκε πρώτη και η ΕΟΚ και αργότερα ΕΕ έκανε βασική πολιτική την αποδυνάμωσή της, επιδοτώντας ακόμα και την καταστροφή των προϊόντων, μιας και τα προϊόντα από Αφρική και Ασία έρχονταν πιο φθηνά και κυρίως τους εξασφάλιζαν την κυριαρχία, πάνω σε αυτή την ανταλλαγή πλέον στήριζαν την κυριαρχία τους. Σειρά είχε η βιομηχανική παραγωγή, που και αυτή μεταφέρθηκε ανατολικά και νότια της υδρογείου.
Και επειδή όπου πάει η παραγωγή πάει και η επιστημονική ανάπτυξη και η τεχνολογία και η κοινωνική άνθιση, οι ευρωπαϊκές οικονομίες άρχισαν να αποδυναμώνονται και, ξεγυμνωμένες πια από κάθε είδους υπεροχή, να μαραίνονται ανεπιστρεπτί. Η αμερικάνικη οικονομία από τη μεριά της είχε ακόμα πολλά χαρτιά στα χέρια της. Η ίδια η παραγωγική της βάση είχε σίγουρα συρρικνωθεί δραστικά, όμως δεν είχε απαξιωθεί ούτε κατά διάνοια στο βαθμό που είχε γίνει στην Ευρώπη. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο έγινε και το κέντρο της επιστημονικής ανάπτυξης για πάνω από μια δεκαετία, μαζεύοντας τα καλύτερα μυαλά, κυρίως από την Ευρώπη και όχι μόνο. Ωστόσο τα πλήγματα που η ίδια είχε δώσει και στη δική της παραγωγή άρχισαν να έχουν και εκεί παρόμοια ολέθρια αποτελέσματα.
Η πρώτη αντίδραση ήταν και η πιο φυσική. Ξανά επικράτηση και ηγεμονία, απεριόριστη κυριαρχία στον κόσμο για να εισπράξουμε και άλλα οφέλη της παγκόσμιας καταλήστευσης. Όμως οι κρατικές οντότητες που είχαν πια διαμορφωθεί παγκόσμια και είχαν ενισχυθεί και δυναμώσει δεν ήταν το ίδιο εύκολοι αντίπαλοι. Και βέβαια έγινε κάθε προσπάθεια να περάσει η καταστροφή. Αραβική άνοιξη, μνημόνια και όλα τα όπλα μπήκαν σε ενέργεια, ακόμα και ο φασισμός και ο ναζισμός.
Όταν και αυτός ο κύκλος δεν κατάφερε να φέρει τα αποτελέσματα που προσδοκούσαν, τα διλλήματα για τον ιμπεριαλισμό ορθώθηκαν και πάλι. Για τις ευρωπαϊκές ελίτ η απάντηση φαντάζει μονόδρομος ωστόσο, την αποικιοκρατία ξέραμε, αυτή ξέρουμε και αυτή μόνο θέλουμε. Ας στραφούμε να εξουδετερώσουμε τους πιο ισχυρούς αντίπαλους, να φέρουμε την πλήρη καταστροφή και μετά να οργανώσουμε με το δικό μας τρόπο την καινούρια παγκόσμια κυριαρχία.
Στις ΗΠΑ όμως φαίνεται να ανοίγονται δύο δρόμοι. Ο ένας ακολουθεί τη λογική της άμεσης, όσο και αναπόφευκτης, σύγκρουσης που οι Δημοκρατικοί-φιλοναζί τύπου Νούλακ υπερασπίζονται ακόμα πάση θυσία. Από την άλλη ωστόσο υπάρχει και η άλλη λογική. Να προχωρήσουμε μέσω της δύναμής μας. Δύναμης που πρώτα θα εδραιώσουμε στην ίδια τη χώρα, δυναμώνοντάς την και μετά θα διασπείρουμε παντού, διαμορφώνοντας τους όρους της όποιας συνεργασίας που εμείς θέλουμε. Δεν είναι τυχαίο που αυτή η άποψη, που βασικό εκφραστή της έχει τον Τραμπ, γεννήθηκε από κομμάτι των Ρεμπουπλικανών, δηλαδή του συντηρητικού κόμματος των ΗΠΑ, καθώς εδράζεται πάνω στις πρώτες αξίας της αμερικανικής αυτής ομοσπονδίας και προσδοκά από εκεί τη λύση.
Έτσι ο Τραμπ παρουσιάζεται ειρηνοποιός, κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία, έτσι όπως ο Ομπάμα πήρε Νόμπελ Ειρήνης, αν και ξεκίνησε τους περισσότερους πολέμους. Και από την άλλη δημαγωγεί πάνω στους όρους της ενίσχυσης της εσωτερικής οικονομίας και κοινωνίας. Και ενώ πρεσβεύει όλα αυτά τα «ωραία», εξαγγέλλει δασμούς στην ΕΕ, στον Καναδά, στο Μεξικό κλπ. δασμούς που με μαθηματική ακρίβεια χτυπούν την αμερικανική βιομηχανία, και οικονομία, με πρώτο θύμα μάλιστα την αυτοκινητοβιομηχανία και κινδυνεύουν να είναι για τις ΗΠΑ, ότι ήταν για την Ευρώπη οι κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας.
Το δίλημμα είναι ανύπαρκτο, όμως οι ιμπεριαλιστές δεν θα μπορέσουν ποτέ να το δουν αυτό, αφού στο τέλος είτε από τη μία είτε από την άλλη πλευρά, εκείνο που θα τους ενώνει πάντα είναι «ή εμείς ή το χάος».
Σε μια εποχή που είναι αναγκαίο όσο ποτέ να καθιερωθούν καινούρια δόγματα στις διεθνείς σχέσεις και στην ανάπτυξη και στη συμβίωση, έτσι όπως η γαλλική επανάσταση έθεσε βασικό σημείο «κάθε πολίτης και ισάξια ψήφος» έτσι και τώρα το μόνο δυνατό δόγμα είναι «κάθε κράτος και μία ισότιμη ψήφος, κάθε έθνος και μία φωνή». Μα αυτό δεν είναι μπορετό να το φέρουν οι ιμπεριαλιστές. Αυτό είναι ανάγκη, άρα και καθήκον των ίδιων των λαών και μόνο. Και αυτό βλέπουμε να ξετυλίγεται στον αγώνα του λαού της Παλαιστίνης, ακόμα και στα δικά μας θέματα, που θα συζητήσουμε αμέσως μετά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου